Το Βάσα (σουηδικά:Vasa) είναι ένα πολεμικό πλοίο του 17ου αιώνα που ανήκε στα πολεμικά πλοία του Βασιλικού Στόλου της Σουηδίας και πήρε το όνομά του από την ομώνυμη δυναστεία. Κατασκευάστηκε μεταξύ του 1626 και 1628, και είναι το μόνο πλοίο του 17ου αιώνα που διατηρείται ως τις μέρες μας. Το 95% των αρχικών τμημάτων του διατηρείται μέχρι και σήμερα και είναι στολισμένο με εκατοντάδες σκαλιστά γλυπτά, καθιστώντας το πλοίο Bάσα ένα μοναδικό κόσμημα τέχνης και ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα του κόσμου. Είναι περισσότερο γνωστό για την βύθιση του στο παρθενικό του ταξίδι στις 10 Αυγούστου 1628 έξω από το λιμάνι της Στοκχόλμης.
Το πλοίο κατασκευάστηκε με διαταγή του Βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύου Β' Αδόλφου. Για την κατασκευή του χρειάστηκαν δύο χρόνια περίπου. Το Bάσα ναυπηγήθηκε στη Στοκχόλμη υπό την επίβλεψη του Ολλανδού Ναυπηγού Χένρικ Χάιμπερτσον. Η ομάδα του αποτελείτο από μαραγκούς, γλύπτες, ζωγράφους, υαλοτεχνίτες, σιδεράδες και επαγγελματίες τεχνίτες από πολλούς άλλους κλάδους. Συνολικά τετρακόσιοι άνθρωποι εργάστηκαν στο Bάσα. Το πλοίο είχε τρία κατάρτια για δέκα πανιά, 52 μέτρα ύψος από την κορυφή του καταρτιού έως την καρίνα, 60 μέτρα μήκος από την πρύμνη έως την πλώρη και ζύγιζε 1.200 τόνους. Η επιθυμία του Βασιλιά ήταν να υπάρχουν επάνω στο σκάφος περισσότερα πολυβόλα από το συνηθισμένο αριθμό,και έτσι οι ναυπηγοί τοποθέτησαν 64 μπρούτζινα κανόνια των 24 λιβρών.
Το πλοίο είχε σημαντικά υπερυψωμένη υπερδομή, με δύο καταστρώματα πολυβολεία. Τα ύφαλα του πλοίου γεμίστηκαν με μεγάλες πέτρες, οι οποίες λειτουργούσαν ως έρμα για να διατηρούν το σκάφος επάνω στο νερό. Ωστόσο το Bάσα ήταν πολύ βαρύ στο άνω του μέρους και οι 120 τόνοι έρματος που κουβαλούσε στα ύφαλα δεν επαρκούσαν. Όταν ολοκληρώθηκε η κατασκεύη του, το Βάσα ήταν ένα από τα δυνατότερα πλοία που κατασκευάστηκαν ποτέ.
Στις 10 Αυγούστου 1628 ένα μεγάλο πολεμικό πλοίο ξεκίνησε από το λιμάνι της Στοκχόλμης. Ήταν ολοκαίνουριο και είχε πάρει το όνομα Βάσα από το οικόσημο της κυβερνούσας βασιλικής δυναστείας των Βάσα. Για την επισφράγιση της επίσημης και λαμπερής εκδήλωσης καθέλκυσης του πλοίου, εκτοξεύτηκαν πυροβολισμοί από τα πλευρά του πλοίου ως πολεμικός χαιρετισμός.
Καθώς το μεγάλο πλοίο προχωρούσε αργά προς την είσοδο του λιμανιού, σηκώθηκε δυνατός άνεμος. Το Bάσα πήρε κλίση, ωστόσο ορθώθηκε και ξαναβρήκε την πορεία του. Μία δεύτερη ριπή ανέμου όμως ανέτρεψε το πλοίο προς τη μία του πλευρά. Το νερό εισχώρησε από τα ανοικτά πυροβολεία. Το Bάσα βυθίστηκε, παίρνοντας μαζί του τουλάχιστον 30 ή ίσως και 50 ζωές ανθρώπων από τα 145 μέλη του πληρώματος, εχόντας διανύσει μόνο 1300 μέτρα από τον απόπλου του.
Η αναζητήση του Βάσα ξεκίνησε το 1950 μετά από 322 χρόνια από την βύθιση του.Ένας ιδιωτικός ερευνητής, Ο Άντερς Φρανζέν ήταν αυτός που το ανακαλύψε στο βύθο του λιμανιού της Στοκχόλμης. Μετά από αρκετά χρόνια προετοιμασίας, το Βάσα βγήκε από το βυθό της θάλασσας στις 24 Απριλίου 1961. Μαζί με το πλοίο ανασύρθηκαν 14.000 περίπου ξύλινα αντικείμενα, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και 700 γλυπτά. Μετά από μια διαδικασία συντήρρησης όλα τα αντικείμενα αυτά τοποθετήθηκαν ξανά πάλι επάνω στο Βάσα, στις αρχικές τους θέσεις. Τα πολεμικά πλοία του 17ου αιώνα δεν ήταν απλώς πολεμικές μηχανές, αλλά πλωτά παλάτια. Τα γλυπτά του Βάσα αναπαριστούν λιοντάρια, βιβλικούς ήρωες, ρωμαίους αυτοκράτορες, θαλάσσια όντα, αρχαίες ελληνικές θεότητας και πολλά άλλα.
Από τα τέλη του 1961 εως το 1988 το Βάσα βρισκόνταν στο ναυπηγείο Βάσα, όπως ονομάστηκε,και στο οποίο γινόνταν όλες οι εργασίες συντηρήσης και αποκατάστασης του πλοίου στην αρχική του μορφή. Το 1987 η Σουηδική κυβέρνηση αποφάσισε την κατασκευή ενός χώρου που θα είναι ανοιχτός για το κοινό. Έτσι το 1988 διμιουργήθηκε το Μουσείο Βάσα που στέγαζει το πλοίο. Το μουσείο ανοίξε επίσημα τις πόρτες του για το κοινό το 1990, όπου όλοι οι επισκέπτες του έχουν την δυνατότητα να δουν από κοντά ένα από τα μεγαλύτερα πλοία που κατασκευάστηκαν τον 17ο αιώνα.