Το Χάλστατ είναι χωριό στην περιοχή Salzkammergut στο αυστριακό κρατίδιο της Άνω Αυστρίας και είναι χτισμένο σε απότομη όχθη της ομώνυμης λίμνης (Hallstättersee). Στο χώρο αυτό αναπτύχθηκε στην πρώιμη εποχή του σιδήρου ο «πολιτισμός του Χάλστατ». Το Χάλστατ μαζί με τα αξιοθέατα του Νταχστάιν συνθέτουν το πολιτιστικό τοπίο Χάλστατ-Νταχτστάιν του Σαλτσκάμεργκουτ, το οποίο αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. To Χάλστατ είναι δημοφιλής τουριστικός προορισμός λόγω της μοναδικότητας του τοπίου του, που συνδυάζει την ιστορική αρχιτεκτονική του γραφικού οικισμού, τη λίμνη και τα ψηλά βουνά που την περιβάλλουν καθώς και τα πλούσια προϊστορικά, ιστορικά, αρχαιολογικά και πολιτιστικά αξιοθέατα της περιοχής και της δυνατότητας για χειμερινά σπορ. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 το Χάλστατ είχε 946 κατοίκους.
Το Χάλστατ βρίσκεται στο εσωτερικό Salzkammergut στην ομώνυμη λίμνη σε υψόμετρο 508 μέτρων. Στην στενή λωρίδα της όχθης ανάμεσα στα απότομα βουνά ξεπροβάλλουν τα πυκνοχτισμένα σπίτια με τμήματά τους ακόμα να είναι χτισμένα πάνω στη λίμνη. Ένας κύριος δρόμος διασχίζει το χωριό και τη μικρή πλατεία της αγοράς. Η έκτασή του είναι 9,1 χμ από Βορρά προς Νότο και 13,2 από Δυτικά προς Ανατολικά. Η συνολική επιφάνειά του είναι 59,8 τετραγωνικά χιλιόμετρα και 34,8 αυτής καλύπτεται από δάσος. Τμήματα της κοινότητας είναι τα εξής: Gosauzwang, Lahn, Salzberg, Hallstatt.
Αντίθετα με τη δημοφιλή άποψη, «Χάλ» (Hall) πιθανόν δεν είναι το παλιό Κελτικό όνομα για το «αλάτι» (το οποίο ήταν “*saleinom”) επειδή ο αρχικός φθόγγος h- αντί του ιστορικού s- είναι χαρακτηριστικό των Βρυθονικές γλώσσες αλλά όχι των ηπειρωτικών κελτικών. Το όνομα μάλλον προέρχεται από τα παλαιά γερμανικά (“hallan”, φλοιός από αλάτι) (Stifter 2005) ερμηνεία που επιβεβαιώνεται από την ύπαρξη των αλατωρυχείων κοντά στο χωριό.
Ως το τέλος του 19ου αιώνα το Χάλστατ ήταν προσβάσιμο μόνο με πλοίο από την αντίπερα όχθη της λίμνης όπως συμβαίνει και σήμερα αν μεταφορικό μέσο είναι το τρένο. Το ίδιο το χωριό καλύπτει κάθε ελεύθερο χώρο γης μεταξύ του βουνού και της λίμνης. Τα παρόχθια σπίτια επικοινωνούσαν μεταξύ τους μόνο με βάρκες ή μέσω του «πάνω δρόμου» ενός στενού διαδρόμου που περνούσε μέσα από τις σοφίτες. Ο πρώτος δρόμος προς το Χάλστατ διανοίχτηκε το 1890 εν μέρει με τη χρήση εκρηκτικών. Παρότι ο τόπος ήταν απομονωμένος και αφιλόξενος, σ’ αυτόν έχουν εντοπιστεί ορισμένα από τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης κατοίκησης λόγω των πλούσιων ποσοτήτων φυσικού αλατιού που εξορύσσονται για χιλιάδες χρόνια, αρχικά στο σχήμα καρδιών (καρδιές του Χάλστατ). Το αλάτι ήταν πολύτιμος πόρος και έτσι η περιοχή ήταν ιστορικά πολύ πλούσια. Το πρώτο αλατωρυχείο του κόσμου είναι προσβάσιμο στο κοινό, σε τοποθεσία πάνω από το κέντρο του Χάλστατ. Ορισμένα από τα αρχαιότερα ευρήματα, όπως λίθινα εργαλεία, χρονολογούνται γύρω στο 5000 π.Χ. Το 1846 ο Γιόχαν Γκέοργκ Ραμσάουερ ανακάλυψε ένα μεγάλο προϊστορικό νεκροταφείο κοντά στη σημερινή θέση του Χάλστατ. Επίσης ένα από τα πρώτα σιδηρουργεία ανασκάφηκε εκεί. Το εμπόριο και ο συνακόλουθος πλούτος επέτρεψαν την ανάπτυξη ενός εξελιγμένου πολιτισμού ο οποίος λόγω της θέσης των ευρημάτων ονομάστηκε Πολιτισμός Χάλστατ. Λόγω των εξαιρετικών ευρημάτων από τα ταφικά μνημεία η πρώιμη εποχή του σιδήρου (800-400 π.Χ.) αποκαλείται Περίοδος του Χάλστατ. Εκείνη την περίοδο οι Ιλλυριοί έφθασαν στην Ευρώπη αλλά το 400 π.Χ. οι Κέλτες εισέβαλαν στους οικισμούς τους εκτός από τις απροσπέλαστες ορεινές περιοχές, όπου διατήρησαν τη θέση τους. Tο βασίλειο του Noricum ήταν το πρώτο κράτος που ιδρύθηκε στη θέση της σημερινής Αυστρίας. Το 303 π.Χ. κατολίσθηση κατέστρεψε τον οικισμό και τερμάτισε προσωρινά την εξορυκτική δραστηριότητα στη λεγόμενη «ανατολική ομάδα». Το Noricum έγινε ρωμαϊκή επαρχία στα χρόνια γύρω από τη γέννηση του Χριστού και τα αλατωρυχεία συνέχισαν να λειτουργούν καθ’ όλη τη ρωμαϊκή περίοδο.
Το 300 μ.Χ. διαδίδεται σταδιακά ο χριστιανισμός ενώ τον 6ο αιώνα η περιοχή πέφτει στα χέρια των Βαυαρών. Το 1000 μ.Χ. η εξόρυξη αποκτά τη σημασία που είχε στα προϊστορικά και ρωμαϊκά χρόνια. Το 1284 ο δούκας Albrecht I των Αψβούργων κατασκευάζει πύργο στην περιοχή ο οποίος αποδεικνύει την αξία του στη διάρκεια του «πολέμου του αλατιού» μεταξύ του Albrecht και του αρχιεπισκόπου Konrad IV του Σάλτσμπουργκ. Το 1311 το Χάλστατ αποκτά τα δικαιώματα της πόλης-αγοράς. Το 1494 ο αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός Ι παραχωρεί προνόμια και επισκέπτεται προσωπικά την περιοχή. Το 1595 κατασκευάζεται ο παλιότερος αγωγός του κόσμου μήκους 40 χιλιομέτρων. Το 1734 ανακαλύπτεται το πλήρως διατηρημένο σώμα ενός αλατωρύχου που χρονολογείται στο 300 π.Χ. και ονομάστηκε «ο άνθρωπος του αλατιού». Το 1750 πυρκαγιά κατέκαψε το χωριό αλλά και τα διοικητικά κτήρια των αλατωρυχείων. Το 1846 εργάτες ανακαλύπτουν αρχαία οστά και ο Γιόχαν Γκέοργκ Ραμσάουερ, διευθυντής των ορυχείων, αναγνωρίζει τη σημασία των ευρημάτων και ξεκινά ανασκαφές, φέρνοντας στο φως τα διάσημα ταφικά μνημεία του Χάλστατ. Το 1997 η UNESCO αναγράφει την περιοχή «Χάλστατ-Νταχστάιν/Σαλτσκάμεργκουτ» στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.