Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ

Τα Ανάκτορα του Oυεστμίνστερ (αγγλικά: Palace of Westminster) ή αλλιώς το Βρετανικό Κοινοβούλιο, είναι ο χώρος συνεδρίασης των δύο σωμάτων του κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου—της Βουλής των Λόρδων και της Βουλής των Κοινοτήτων. Βρίσκονται στη δυτική όχθη του ποταμού Τάμεση , στην καρδιά της Πόλης του Ουεστμίνστερ, η οποία είναι ένας από τους 32 δήμους του Λονδίνου (αγγλική: London boroughs). Βρίσκονται κοντά στο Αββαείο του Ουεστμίνστερ και τα κυβερνητικά κτίρια του Ουάιτχολ και της Οδού Ντάουνινγκ. Το όνομα μπορεί να αναφέρεται σε δύο κτίσματα: τα Παλαιά Ανάκτορα, ένα μεσαιωνικό οικοδομικό σύμπλεγμα και το μεγαλύτερο μέρος του οποίου καταστράφηκε το 1834, ή στο σύμπλεγμα που τα αντικατάστησε, τα "Νέα Ανάκτορα", τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα. Είναι αξιοσημείωτο ότι έχει διατηρηθεί το αρχικό αρχιτεκτονικό τους ύφος αλλά και η αρχική τους λειτουργία ως βασιλικής οικίας για τελετουργικούς σκοπούς.

Τα πρώτα βασιλικά ανάκτορα χτίστηκαν στον ίδιο χώρο τον 11ο αιώνα και αποτελούσαν τον κύριο τόπο κατοικίας των Άγγλων μοναρχών μέχρι το 1512, οπότε μια πυρκαγιά κατέστρεψε το μεγαλύτερο μέρος τους. Στη συνέχεια αποτέλεσαν την έδρα του Κοινοβουλίου, το οποίο συνεδρίαζε εκεί ήδη από τον 13ο αιώνα καθώς και του Βασιλικού Δικαστηρίου, το οποίο κατά περιόδους έδρευε είτε μέσα είτε γύρω από την Αίθουσα του Ουεστμίνστερ. Το 1834, μία ακόμη μεγαλύτερη πυρκαγιά κατέστρεψε το ανακατασκευασμένο Κοινοβούλιο και τα μόνα σημαντικά κτήρια που διασώθηκαν ήταν η Αίθουσα του Ουεστμίνστερ, οι Εσωτερικές Αυλές του Ναού του Αγίου Στεφάνου, το Παρεκκλήσιο της Παναγίας της Κρύπτης και ο Πύργος των Κοσμημάτων.

Ο διαγωνισμός που ακολούθησε για την ανακατασκευή των Ανακτόρων κατακυρώθηκε στον αρχιτέκτονα Τσαρλς Μπάρρυ και το σχέδιό του για ένα κτίριο ορθογώνιου Γοτθικού ρυθμού. Ό,τι απέμεινε από τα Παλαιά Ανάκτορα, με την εξαίρεση του Πύργου των Κοσμημάτων, ο οποίος αποτελούσε ξεχωριστό τμήμα, ενσωματώθηκε στο πολύ μεγαλύτερο κτιριακό σύμπλεγμα που τα αντικατέστησε, το οποίο περιλαμβάνει πάνω από 1100 δωμάτια, που ακολουθoύν μια συμμετρική διάταξη γύρω από μια σειρά αυλών. Μέρος του χώρου των 3,24 εκταρίων που κατέλαβαν τα Νέα Ανάκτορα αποκτήθηκε μέσω προσχώσεων του Τάμεση, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η κεντρική πρόσοψη μήκους 265,8 μέτρων, επί του ποταμού. Ο Μπάρι βοηθήθηκε από τον Αύγουστο Ο. Ν. Πιούτζιν, μία ηγετική μορφή της Γοτθικής αρχιτεκτονικής, ο οποίος συνέβαλε μέσω σχεδιασμού των διακοσμητικών στοιχείων και της επίπλωσης των Ανακτόρων. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1840 και διάρκεσε τριάντα χρόνια, αφού υπήρξαν μεγάλες καθυστερήσεις και προβλήματα χρηματοδότησης, καθώς και η απώλεια των δύο αρχιτεκτόνων που είχαν τεθεί επικεφαλής του έργου. Οι εργασίες που σχετίζονταν με την εσωτερική διακόσμηση συνεχίστηκαν με διακοπές μέχρι και τον 20ό αιώνα. Από τότε έχουν πραγματοποιηθεί μεγάλες εργασίες συντήρησης λόγω των επιπτώσεων από τη μόλυνση της ατμόσφαιρας του Λονδίνου, ενώ εκτενή βελτιωτικά έργα έλαβαν χώρα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, συμπεριλαμβανομένης της ανακατασκευής της Αίθουσας των Κοινοτήτων η οποία είχε βομβαρδιστεί το 1941.

Τα Ανάκτορα είναι ένα από τα κέντρα της πολιτικής ζωής του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο όρος Ουεστμίνστερ έχει γίνει συνώνυμο της Βουλής του Ηνωμένου Βασιλείου και το σύστημα διακυβέρνησης Ουεστμίνστερ έχει λάβει το όνομά του από αυτά. Επιπλέον, ο Πύργος του Ρολογιού των Ανακτόρων, ο οποίος έχει γίνει γνωστός ως "Μπιγκ Μπεν" από το όνομα της μεγαλύτερης καμπάνας στο εσωτερικό του, αποτελεί το σήμα κατατεθέν του Λονδίνου και κατ' επέκταση του Ηνωμένου Βασιλείου και είναι ένα από τα δημοφιλέστερα τουριστικά αξιοθέατα της πόλης. Τα ανάκτορα του Ουεστμίνστερ είναι καταχωρημένα ως Κτήριο Πρώτου Βαθμού στον Κατάλογο Κτηρίων Ειδικής Αρχιτεκτονικής ή Ιστορικού Ενδιαφέροντος ήδη από το 1970 (πρόκειται για έναν κατάλογο που περιλαμβάνει προστατευόμενα από το νόμο κτήρια στο Ηνωμένο Βασίλειο) ενώ συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO από το 1987.

Ιστορία

Τα Παλαιά Ανάκτορα

Τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ είχαν στρατηγική σημασία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, καθώς ήταν χτισμένα στις όχθες του Τάμεση. Η τοποθεσία όπου είχαν χτιστεί ήταν γνωστή κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους ως Νήσος Θόρνεϊ και ίσως χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά ως βασιλική κατοικία του Κνούτου στη διάρκεια της βασιλείας του, από το 1016 ως το 1035. Ο Εδουάρδος ο Εξομολογητής, ο προτελευταίος προνορμανδικός μονάρχης της Αγγλίας, έχτισε βασιλικά ανάκτορα στη Νήσο Θόρνεϊ στα δυτικά της Πόλης του Λονδίνου, τα οποία είχαν περίπου το ίδιο μέγεθος με το Αβαείο του Ουεστμίνστερ, το οποίο έχτισε αργότερα μεταξύ 1045 και 1050. Η νήσος Θόρνεϊ και η ευρύτερη περιοχή σύντομα έγιναν γνωστές ως Ουεστμίνστερ, ένα όνομα που προήλθε από τη σύμπτυξη των λέξεων West (Δυτική) και Minster (Μίνστερ) που αποτελεί διακριτικό τίτλο που αποδίδεται σε εκκλησία. Τα κτήρια που χρησιμοποιήθηκαν από τους Σάξονες αλλά και αυτά που χρησιμοποιήθηκαν από τον Ουίλιαμ Α΄ δε σώζονται στις μέρες μας. Το αρχαιότερο τμήμα των σημερινών ανακτόρων (η Αίθουσα του Οεστμίνστερ) χρονολογείται από την εποχή του διαδόχου του Ουίλιαμ Α΄, του Βασιλιά Ουίλιαμ Β΄.

Κατά τον ύστερο Μεσαίωνα, τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ υπήρξαν η κύρια βασιλική κατοικία. Η πρώιμη μορφή του σημερινού Κοινοβουλίου, η λεγόμενη Curia Regis (Βασιλικό Συμβούλιο), συνεδρίαζε στην Αίθουσα του Ουεστμίνστερ, αν και ακολουθούσε το Βασιλιά όταν αυτός άλλαζε τόπο διαμονής. Η Πρότυπη Βουλή, η πρώτη επίσημη Βουλή της Αγγλίας, συνεδρίασε στα Ανάκτορα για πρώτη φορά το 1295 και σχεδόν όλα τα κοινοβουλευτικά σώματα που συγκλήθηκαν από τότε συνεδρίαζαν σ' αυτό το χώρο.

Το 1530, ο Ερρίκος Η΄ απέκτησε την Οικία της Υόρκης από τον Καρδινάλιο Τόμας Γούλσεϊ, ένα ισχυρό πολιτικό πρόσωπο που έχασε την εύνοια του βασιλιά. Ο Ερρίκος χρησιμοποίησε το κτήριο ως μόνιμη κατοικία του, μετονομάζοντάς το σε Ανάκτορα του Γουάιτχολ, και, παρ' όλο που τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ παρέμειναν τυπικά βασιλική κατοικία, χρησιμοποιούνταν από τα δύο σώματα της Βουλής και από πολλά βασιλικά δικαστήρια διαφόρων αρμοδιοτήτων.

Όπως φαίνεται στο σχεδιάγραμμα στα δεξιά, τα Παλαιά Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ ήταν ένα σύμπλεγμα κτηρίων, τα οποία χωρίζονταν από τον ποταμό Τάμεση στ' ανατολικά από μία σειρά κήπων. Το μεγαλύτερο και βορειότερο κτήριο ήταν η Αίθουσα του Οεστμίνστερ (Westminster Hall), κτίσμα που διασώζεται ως τις μέρες μας, το οποίο έχει διεύθυνση παράλληλη προς τον ποταμό. Αρκετά άλλα κτήρια πρόσκεινταν σε αυτό από τα ανατολικά, ενώ νότια από αυτά τα κτήρια και κάθετα προς την Αίθουσα, βρισκόταν το μεσαιωνικό κτίσμα της Αίθουσας των Κοινοτήτων (με την ένδειξη H. of Comm.). Ακόμη πιο νότια και παράλληλα στον ποταμό ήταν χτισμένο το Δικαστήριο των Αιτήσεων (σημειώνεται στο χάρτη ως C of Requests), με προέκταση προς τ' ανατολικά στο νότιο άκρο του. Τέλος, στο νότιο μέρος του συμπλέγματος, υπήρχε η μεσαιωνική Αίθουσα των Λόρδων (H of L) και άλλη μία αίθουσα. Τα Ανάκτορα οριοθετούνταν από τον Τάμεση στα ανατολικά, την οδό Αγίας Μαργαρίτας (ST MARGARET'S STREΕT) στα δυτικά και το Παλαιό Προαύλιο των Ανακτόρων στα νοτιοδυτικά. Μια άλλη οδός, η οδός Νέου Προαυλίου, μόλις που φαίνεται στο χάρτη στα βόρεια.

Δεδομένου ότι χτίστηκαν ως βασιλική κατοικία, τα Ανάκτορα δεν περιλάμβαναν αίθουσες ειδικά προορισμένες για χρήση από τα δύο κοινοβουλευτικά σώματα. Σημαντικές τελετές που αφορούσαν στη λειτουργία του κράτους πραγματοποιήθηκαν στην Αίθουσα των Εικόνων. Συνεπώς, η Βουλή των Λόρδων αρχικά συνεδρίαζε στην Αίθουσα της Βασιλίσσης, μία μάλλον λιτή μεσαιωνική αίθουσα στη νότια άκρη του συμπλέγματος. Το 1801 η Άνω Βουλή, όπως αλλιώς ονομάζεται η Βουλή των Λόρδων, μετακινήθηκε στη μεγαλύτερη Λευκή Αίθουσα, η οποία προηγουμένως φιλοξενούσε το Δικαστήριο των Αιτήσεων (βλ. σχεδιάγραμμα στα δεξιά). Τόσο η αύξηση του αριθμού των βουλευτών που έφεραν το αξίωμα του Λόρδου από τον Γεώργιο Γ΄ στη διάρκεια του 18ου αιώνα, όσο και η επικείμενη πράξη της Ένωσης με την Ιρλανδία του 1800, κατέστησαν αναγκαία τη μεταφορά καθώς η αρχική αίθουσα δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί πλέον από τον αυξημένο αριθμό των βουλευτών.

Από την άλλη, η Βουλή των Κοινοτήτων, μην έχοντας στη διάθεσή της δική της αίθουσα συνεδριάσεων, χρησιμοποιούσε κατά διαστήματα το Θεματικό Κτήριο του Αβαείου του Ουεστμίνστερ. Τελικά αυτό το σώμα της Βουλής απέκτησε μόνιμο χώρο στα Ανάκτορα και συγκεκριμένα στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Στεφάνου, πρώην βασιλικό παρεκκλήσιο στη διάρκεια της βασιλείας του Εδουάρδου ΣΤ΄. Το 1547, μετά το κλείσιμο του Κολεγίου του Αγίου Στεφάνου, το κτήριο διατέθηκε για χρήση από τη Βουλή των Κοινοτήτων. Το Παρεκκλήσιο υπέστη αρκετές αλλαγές τους επόμενους τρεις αιώνες ώστε να εξυπηρετεί καλύτερα την Κάτω Βουλή (εναλλακτικό όνομα της Βουλής των Κοινοτήτων) και με αυτό τον τρόπο χάθηκε η μεσαιωνική του όψη.

Στο σύνολό τους, πάντως, τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ δε μεταβλήθηκαν ιδιαίτερα πριν το 18ο αιώνα. Μέχρι τότε το Κοινοβούλιο εργαζόταν στον περιορισμένο χώρο που ήταν διαθέσιμος και σε κτήρια που λόγω της παλαιότητάς τους, δεν εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του. Προτάσεις για την ανοικοδόμηση εντελώς νέων ανακτόρων δε βρήκαν ανταπόκριση και αντ' αυτού, προστέθηκαν περισσότερα κτήρια. Μία νέα δυτική πρόσοψη από την πλευρά της οδού Αγ. Μαργαρίτας χτίστηκε σε παλλαδικό ρυθμό μεταξύ του 1755 και του 1770, προσφέροντας έτσι περισσότερο χώρο για τη φύλαξη αρχείων και διαθέτοντας αίθουσες για χρήση από επιτροπές. Μία νέα επίσημη κατοικία για τον Ομιλητή της Βουλής των Κοινοτήτων χτίστηκε δίπλα στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Στεφάνου και ολοκληρώθηκε το 1795. Ο αρχιτέκτονας Τζέιμς Βάιατ, γνωστός για τα σχέδιά του σε νεογοτθικό ρυθμό, πραγματοποίησε έργα στους χώρους στέγασης τόσο της Βουλής των Λόρδων όσο και της Βουλής των Κοινοτήτων, μεταξύ 1799 και 1801.

Το σύμπλεγμα των ανακτόρων αναμορφώθηκε ξανά από τον Σερ Τζων Σόαν, μεταξύ των ετών 1824 και 1827. Το μεσαιωνικό κτίσμα της Αίθουσας της Βουλής των Λόρδων, το οποίο ήταν και ο στόχος μιας απόπειρας ανατίναξης με χρήση μπαρούτης το 1605, κατεδαφίστηκε ως τμήμα αυτής της αναμόρφωσης, με σκοπό τη δημιουργία της νέας Βασιλικής Αίθουσας και μιας εισόδου για τελετουργικούς σκοπούς στο νότιο άκρο των ανακτόρων. Μεταξύ των έργων που πραγματοποιήθηκαν υπό την επίβλεψη του Σόαν, ήταν και η δημιουργία νέων βιβλιοθηκών για τα δύο σώματα του Κοινοβουλίου, καθώς και νέων αιθουσών δικαστηρίων για το τμήμα του Ανώτατου Δικαστηρίου υπό τον Λόρδο Καγκελάριο και το Δικαστήριο της Έδρας του Βασιλέως. Οι αλλαγές του Σόαν στάθηκαν αιτία μεγάλης αντιπαράθεσης λόγω του ότι χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία του νεοκλασικού αρχιτεκτονικού ρυθμού, τα οποία δε συμβάδιζαν με τον γοτθικό ρυθμό των αρχικών κτηρίων.

Καταστροφή από πυρκαγιά και ανακατασκευή

Στις 16 Οκτωβρίου 1834, μια μεγάλη φωτιά ξέσπασε στα Ανάκτορα όταν δύο υπερθερμασμένες σόμπες χρησιμοποιήθηκαν για την καταστροφή εφεδρικών ράβδων λογιστικής. Αυτές οι ράβδοι ήταν ξύλινες και ήταν απομεινάρια ενός λογιστικού συστήματος που εφαρμοζόταν κατά το Μεσαίωνα για να διαπιστώνεται αν είχε καταβληθεί ο φόρος, αλλά είχαν να χρησιμοποιηθούν από το 1826. Η φωτιά ξεκίνησε από το υπόγειο της αίθουσας της Βουλής των Λόρδων, όπου βρίσκονταν οι δυο σόμπες, και εξαπλώθηκε ταχύτατα, καταστρέφοντας τις δύο Αίθουσες της Βουλής αλλά και τα περισσότερα κτήρια στο υπόλοιπο σύμπλεγμα των Ανακτόρων. Η Αίθουσα του Ουεστμίνστερ σώθηκε χάρη στις ηρωικές προσπάθειες κατάσβεσης και σε μια αλλαγή στη διεύθυνση του ανέμου. Ο Πύργος των Κοσμημάτων, το Παρεκκλήσιο της Κρύπτης, και η εσωτερική αυλή μαζί με το κτήριο της Εκκλησίας του Αγίου Στεφάνου ήταν τα μόνα τμήματα των Ανακτόρων που επιβίωσαν από τη φωτιά.

Αμέσως μετά την πυρκαγιά, ο Βασιλιάς Γουλιέλμος Ε' πρόσφερε τα σχεδόν ολοκληρωμένα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ στη Βουλή, ελπίζοντας ν' απαλλαχθεί από μια κατοικία που αντιπαθούσε. Παρόλ' αυτά, το κτήριο θεωρήθηκε ακατάλληλο για τη χρήση για την οποία το προόριζε η Βουλή, και η προσφορά απορρίφθηκε. Προτάσεις για μετακίνηση στο Τσάρινγκ Κρος ή στο Πάρκο Σεντ Τζέιμς είχαν την ίδια κατάληξη. Η παράδοση αλλά και η ιστορική και πολιτική σημασία του Ουεστμίνστερ εμπόδισαν την μετακίνηση της Βουλής, παρά την ανεπάρκεια του χώρου. Στο μεταξύ, άμεση προτεραιότητα δόθηκε στη στέγαση της επόμενης Βουλής, γι' αυτό η Αίθουσα των Εικόνων και η Λευκή Αίθουσα επισκευάστηκαν πρόχειρα ώστε να χρησιμοποιηθούν από τη Βουλή των Λόρδων και τη Βουλή των Κοινοτήτων αντίστοιχα. Η επισκευή έγινε από τον Σερ Ρόμπερ Σμιρκ, του μόνου εναπομείναντος αρχιτέκτονα του Μητροπολιτικού Γραφείου Εργασιών. Οι εργασίες προχώρησαν με ταχύ ρυθμό και οι δύο αίθουσες ήταν έτοιμες για χρήση το Φεβρουάριο του 1835.

Μία Βασιλική Επιτροπή συγκλήθηκε με θέμα την ανακατασκευή των Ανακτόρων και την ίδια περίοδο ξέσπασε μια μεγάλη διαμάχη γύρω από το αρχιτεκτονικό ύφος που θα έπρεπε να έχουν. Ο νεοκλασικός ρυθμός, δείγματα του οποίου αποτελούσαν και ο Λευκός Οίκος αλλά και το Καπιτώλιο των Η.Π.Α., ήταν δημοφιλής εκείνη την περίοδο και είχε εξάλλου ήδη χρησιμοποιηθεί από τον Σόαν στις προσθήκες που έκανε στα Ανάκτορα. Θεωρείτο όμως ότι συνδεόταν με επαναστατικό πνεύμα και με τον ρεπουμπλικανισμό, σε αντίθεση με το γοτθικό ρυθμό, το οποίο συμβόλιζε συντηρητικές αξίες. Η Επιτροπή ανακοίνωσε τελικά τον Ιούνιο του 1835 ότι "ο ρυθμός των κτηρίων πρέπει να είναι είτε γοτθικός είτε της περίοδου της Ελισάβετ Α' (αγγλική: Elisabethan)". Η Βασιλική Επιτροπή επέτρεψε την υποβολή προτάσεων από αρχιτέκτονες με την προϋπόθεση ότι πληρείται αυτό το βασικό κριτήριο.

Το 1836, μετά τη μελέτη 97 προτάσεων, η Βασιλική Επιτροπή επέλεξε το σχέδιο του Τσαρλς Μπάρρυ για ανάκτορα γοτθικού ρυθμού. Ο θεμέλιος λίθος τοποθετήθηκε το 1840. Η Αίθουσα των Λόρδων ολοκληρώθηκε το 1847, ενώ η Αίθουσα των Κοινοτήτων το 1852 (τότε ο Μπάρι χρίστηκε ιππότης και έλαβε τον τίτλο του Σερ). Αν και οι περισσότερες εργασίες είχαν ολοκληρωθεί μέχρι το 1860, η κατασκευή συνεχίστηκε μέχρι και μια δεκαετία αργότερα. Ο Μπάρι, του οποίου το σχέδιο είχε περισσότερα στοιχεία νεοκλασικού ρυθμού παρά γοτθικού, έκτισε τα νέα ανάκτορα βασιζόμενος στη νεοκλασική αρχή της συμμετρίας. Δέχτηκε σημαντική βοήθεια από τον Αύγουστο Πιούτζιν για τους πολυτελείς και ιδιαίτερου στυλ εσωτερικούς χώρους, όπου περιλαμβάνονταν ταπετσαρίες, σκαλίσματα, υαλογραφήματα (βιτρό), πλακίδια δαπέδου, μεταλλικά στοιχεία και έπιπλα.

Νεότερη ιστορία

Στη διάρκεια του βομβαρδισμού του Λονδίνου από τους Γερμανούς κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ χτυπήθηκαν από βόμβες 14 φορές. Μία βόμβα έπεσε στην Παλαιά Αυλή των Ανακτόρων στις 26 Σεπτεμβρίου του 1940 και προκάλεσε σημαντικές ζημιές στο νότιο τοίχο της εισόδου του Αγίου Στεφάνου καθώς και στη δυτική πρόσοψη του παρεκκλησίου. Όταν έπεσε η βόμβα, το άγαλμα του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ξέφυγε από τη βάση του λόγω της ισχύος της έκρηξης, και το σπαθί που κρατούσε ο Ριχάρδος λύγισε. Αυτή υπήρξε μια εικόνα που χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει τη δύναμη της δημοκρατίας, που "ίσως λυγίσει αλλά ποτέ δε θα σπάσει όταν δεχτεί επίθεση". Στις 8 Δεκεμβρίου, μια άλλη βόμβα κατέστρεψε ένα μεγάλο μέρος της εσωτερικής αυλής με τις καμάρες.

Η χειρότερη επιδρομή πραγματοποιήθηκε τη νύχτα της 10ης με 11ης Μαΐου 1941, όταν τα Ανάκτορα χτυπήθηκαν τουλάχιστον 11 φορές και τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν. Μία εμπρηστική βόμβα χτύπησε την Αίθουσα των Κοινοτήτων και της έβαλε φωτιά. Φωτιά άρπαξε και η Αίθουσα του Ουεστμίνστερ από μία άλλη βόμβα. Οι πυροσβέστες δεν μπορούσαν να σώσουν και τα δύο κτίσματα και αποφάσισαν να προσπαθήσουν να διασώσουν την Αίθουσα του Οεστμίνστερ. Η απόπειρα αυτή υπήρξε επιτυχής, αλλά η Αίθουσα των Κοινοτήτων, αφημένη στην τύχη της, καταστράφηκε ολοσχερώς, όπως και ο Προθάλαμος των Μελών. Βόμβα χτύπησε και την Αίθουσα των Λόρδων, αλλά αυτή άνοιξε οπή στο πάτωμα χωρίς να εκραγεί. Ακόμη και ο Πύργος του Ρολογιού χτυπήθηκε από μια μικρή βόμβα ή αντιαεροπορικό κέλυφος στο γείσο της στέγης, και υπέστη μικρή ζημιά στο σημείο αυτό. Όλα τα γυάλινα καλύμματα της νότιας πλάκας έσπασαν, αλλά οι δείκτες και οι καμπάνες δεν επηρεάστηκαν, και το Μεγάλο Ρολόι συνέχισε να μετράει με ακρίβεια το χρόνο.

Μετά την καταστροφή της Αίθουσας των Κοινοτήτων, οι Λόρδοι βουλευτές πρόσφεραν τη δική τους αίθουσα στη Βουλή των Κοινοτήτων, ενώ για τις δικές τους ανάγκες χρησιμοποίησαν το βεστιάριο της βασίλισσας. Η Αίθουσα των Κοινοτήτων ανακατασκευάστηκε μετά τη λήξη του πολέμου υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Σερ Γκάιλς Γκίλμπερτ Σκοτ, σε πιο απλό όμως στυλ από ότι η αρχική αίθουσα. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1950, οπότε και τα δύο σώματα της Βουλής επέστρεψαν στις αίθουσές τους.

Καθώς η ανάγκη για χώρους γραφείων στα Ανάκτορα αυξήθηκε, η Βουλή απέκτησε χώρο στο γειτονικό Κτήριο Νόρμαν Σω το 1975, και πιο πρόσφατα στο Μέγαρο Πορτκέλλις, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2000. Μ' αυτόν τον τρόπο, όλα τα μέλη του κοινοβουλίου έχουν πλεόν τα δικά τους γραφεία.

Εξωτερικό

Το σχέδιο του Σερ Τσαρλς Μπάρρυ για τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ χρησιμοποίησε το γοτθικό ρυθμό αρχιτεκτονικής, ο οποίος ήταν δημοφιλής στη διάρκεια του 15ου αιώνα καθώς και το 19ο αιώνα, κατά τη "Γοτθική Αναβίωση". Καθώς ο Μπάρι είχε ειδικευτεί στα σχέδια νεοκλασικού ρυθμού, δέχτηκε σημαντική βοήθεια από τον Αύγουστο Πιούτζιν. Η Αίθουσα του Ουεστμίνστερ, η οποία χτίστηκε τον 11ο αιώνα και επιβίωσε από την πυρκαγιά του 1834, ενσωματώθηκε στο σχέδιο του Μπάρι. Ο Πιούτζιν δεν ήταν ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα, ιδιαίτερα με το συμμετρικό περίγραμμα του Μπάρι. Όπως είχε σημειώσει μια φορά, "Είναι καθ' όλα ελληνιστικού ρυθμού, κύριε. Λεπτομέρειες της αρχιτεκτονικής των Τυδόρ σε ένα κλασικό σώμα".

Λιθοδομή

Η λιθοδομή του κτήριου ήταν αρχικά Άνστον, ένα είδος ασβεστόλιθου με υψηλή περιεκτικότητα μαγνησίου, στο χρώμα της άμμου, που προέρχεται από την περιοχή του χωριού Άνστον, στο Νότιο Γιόρκασαϊρ. Η πέτρα όμως, άρχισε σύντομα να φθείρεται εξαιτίας της μόλυνσης και της κακής ποιότητας κάποιων από των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν. Παρ' όλο που δείγματα αυτών των φθορών ήταν εμφανή ήδη από το 1849, δε λήφθηκε καμία ενέργεια για το υπόλοιπο του 19ου αιώνα. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1910, πάντως, η ανάγκη αντικατάστασης τμήματος της λιθοδομής ήταν πλέον επιτακτική. Το 1928, φάνηκε ότι ήταν αναγκαίο να χρησιμοποιηθεί πέτρα Κλίψαμ, ασβεστόλιθος στο χρώμα του μελιού από την περιοχή του Ράτλαντ, προκειμένου ν' αντικατασταθεί η Άνστον. Το σχέδιο ξεκίνησε τη δεκαετία του 1930, αλλά διακόπηκε λόγω του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του 1950. Η επίδραση της μόλυνσης έγινε πάλι εμφανής το 1960. Ένα πρόγραμμα συντήρησης και αποκατάστασης των εξωτερικών τοίχων και των πύργων άρχισε το 1981 και έληξε το 1994. Οι Αρχές της Βουλής έχουν από τότε αναλάβει να πραγματοποιήσουν την αποκατάσταση των περιβάλλοντων χώρων των πολλών εσωτερικών αυλών, ένα έργο που αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στο 2011.

Πύργοι

Στα Ανάκτορα υπάρχουν τρεις κύριοι πύργοι. Από αυτούς, ο μεγαλύτερος και ψηλότερος είναι ο Πύργος της Βικτωρίας, ο οποίος βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία των Ανακτόρων και υψώνεται 98,5 μέτρα πάνω από το έδαφος. Με το αρχικό όνομα "Πύργος του Βασιλέως", προς τιμή του τότε μονάρχη, Ουίλιαμ Δ΄, ο πύργος είχε αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι των αρχικών σχεδίων του Μπάρι, καθώς πρόθεσή του ήταν ν' αποτελέσει το πιο αξιομνημόνευτο στοιχείο του συμπλέγματος των ανακτόρων. Ο αρχιτέκτονας συνέλαβε την ιδέα του μεγάλου ορθογώνιου πύργου ως τμήμα που θα παραπέμπει σ' ένα νομοθετικό "κάστρο". Με αυτόν τον τρόπο ο Πύργος αντηχούσε και την επιλογή του να σχεδιάσει μια μεγάλη ανασυρόμενη πύλη κάστρου ως τη δική του υπογραφή στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Την πύλη αυτή τη σχεδίασε ως επίσημη βασιλική είσοδο στα Ανάκτορα καθώς και ως μέσο πυρασφάλειας για τ' αρχεία του Κοινοβουλίου. Ο Πύργος της Βικτωρίας επανασχεδιάστηκε αρκετές φορές και το ύψος του αύξανε σταδιακά. Τελικά, όταν ολοκληρώθηκε το 1858, ήταν το δεύτερο ψηλότερο κτήριο του Λονδίνου μετά τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου και το ψηλότερο κτήριο του κόσμου που δεν είχε θρησκευτικό αλλά κοσμικό χαρακτήρα.

Στη βάση του πύργου βρίσκεται η Πύλη του Μονάρχη, η οποία χρησιμοποιείται από τον εκάστοτε μονάρχη όταν επισκέπτεται τα Ανάκτορα για να κηρύξει την έναρξη των εργασιών του Κοινοβουλίου ή για κάποιαν άλλη περίσταση. Η αψίδα της πύλης, που έχει ύψος 15,2 μέτρα, είναι πλούσια διακοσμημένη με γλυπτά, συμπεριλαμβανομένων των αγαλμάτων του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου Ανδρέα, του Αγίου Πατρικίου αλλά και της ίδιας της Βασίλισσας Βικτωρίας. Το μεγαλύτερο μέρος του Πύργου της Βικτωρίας χρησιμοποιείται για τη φύλαξη των τριών εκατομμυρίων αρχείων του Κοινοβουλίου του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα αρχεία έχουν ταξινομηθεί σε ατσάλινα ράφια που καταλαμβάνουν 12 ορόφους και έχουν συνολικό μήκος 8,8 χιλιομέτρων. Περιλαμβάνουν αντίγραφα όλων των νόμων που έχουν ψηφιστεί από το Βρετανικό Κοινοβούλιο από το 1947 και έπειτα, καθώς και σημαντικά χειρόγραφα όπως το πρωτότυπο του Νομοσχεδίου των Δικαιωμάτων του 1689 και τη θανατική καταδίκη του Καρόλου Α'. Στην κορυφή της σιδερένιας πυραμιδοειδούς οροφής του πύργου βρίσκεται ένας ιστός σημαίας από τον οποίο ανεμίζει το Βασιλικό Έμβλημα του Ηνωμένου Βσιλείου, δηλαδή η προσωπική σημαία του μονάρχη, όταν αυτός παρίσταται στα Ανάκτορα. Αντίθετα, τις ημέρες που συνεδρίαζει το Κοινοβούλιο και τις καθιερώμενες ημέρες της σημαίας, είναι η σημαία του Ηνωμένου Βασιλείου αυτή που ανεμίζει από τον ιστό.

Στη βόρεια άκρη των Ανακτόρων υψώνεται ο πιο διάσημος από τους πύργους, ο Πύργος του Ρολογιού, ο οποίος είναι γνωστότερος ως "Μπιγκ Μπεν". Με ύψος 96,3 μέτρων, είναι ελάχιστα κοντύτερος από τον Πύργο της Βικτωρίας αλλά αρκετά πιο λεπτός. Στεγάζει το Μεγάλο Ρολόι του Ουεστμίνστερ, το οποίο κατασκευάστηκε από τον Έντουαρντ Τζον Ντεντ (Edward John Dent) σε σχέδια του ερασιτέχνη ωρολογοποιού Έντμουντ Μπέκετ Ντένισον (Edmund Beckett Denison). Χτυπάει την ώρα με ακρίβεια δευτερολέπτου: το Μεγάλο Ρολόι πέτυχε επίπεδα ακρίβειας τα οποία θεωρούνταν αδιανόητα από τους ωρολογοποιούς του 19ου αιώνα. Έχει παραμείνει ακριβές από τότε που τέθηκε σε λειτουργία το 1859. Δείχνει την ώρα σε τέσσερις πλάκες διαμέτρου 7 μέτρων, οι οποίες είναι κατασκευασμένες από γυαλί τύπου οπάλ και φωτίζονται από την εσωτερική τους πλευρά στη διάρκεια της νύχτας. Ο ωροδείκτης έχει μήκος 2,7 μέτρων και ο λεπτοδείκτης 4,3 μέτρων.

Πέντε καμπάνες κρέμονται στο κωδωνοστάσιο πάνω από το ρολόι. Οι τέσσερις καμπάνες χτυπούν τα τέταρτα της ώρας, ενώ η μεγαλύτερη καμπάνα χτυπάει τις ώρες. Επισήμως ονομάζεται "Η Μεγάλη Καμπάνα του Ουεστμίνστερ", αλλά κοινώς αναφέρεται ως "Μπιγκ Μπεν". Η ονομασία αυτή έχει αβέβαιη προέλευση και, στο πέρασμα του χρόνου, αποδόθηκε και στον ίδιο τον πύργο. Η πρώτη καμπάνα που είχε αυτό το όνομα παρουσίασε ρωγμές στη διάρκεια των δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν και κατασκευάστηκε εκ νέου. Η τωρινή καμπάνα ανέπτυξε και αυτή αργότερα μια ρωγμή, γεγονός που της απέδωσε χαρακτηριστικό ήχο. Είναι η τρίτη βαρύτερη καμπάνα στη Βρετανία, αφού ζυγίζει 13,8 τόνους.

Στο φεγγίτη στην κορυφή του πύργου βρίσκεται ο Φανός του Άυρτον, ο οποίος είναι αναμμένος όταν κάποιο από τα δύο κοινοβουλευτικά σώματα συνεδριάζει αφού έχει πέσει το σκοτάδι. Τοποθετήθηκε το 1885 κατόπιν απαίτησης της Βασίλισσας Βικτωρίας, έτσι ώστε να μπορεί να διαπιστώνει από τα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ εάν οι βουλετές εργάζονταν. Ονομάστηκε έτσι από τον Άκτον Σμη Άυρτον, Ανώτατο Επίτροπο Έργων στα τέλη της δεκαετίας του 1870.

Όντας ο κοντύτερος από τους τρεις κύριους πύργους των ανακτόρων, ύψους 91,4 μέτρων, ο οκτάγωνος Κεντρικός Πύργος υψώνεται πάνω από το μέσο του κτηρίου, ακριβώς πάνω από την Κεντρική Αίθουσα Υποδοχής. Προστέθηκε στα σχέδια κατόπιν παρέμβασης του Ντέιβιντ Μπόσγουελ, υπεύθυνου εξαερισμού του νέου κτηρίου του Κοινοβουλίου: θεωρούσε ότι έπρεπε να υπάρχει μια μεγάλη κεντρική καπνοδόχος μέσω της οποίας αυτό που ονόμαζε "εξασθενημένος αέρας" θα κατευθυνόταν έξω από το κτήριο μέσω της ζέστης και του καπνού που δημιουργούσαν περίπου τετρακόσια τζάκια μέσα στα Ανάκτορα. Προκειμένου να συμπεριλάβει τον πύργο, ο Μπάρρυ αναγκάστηκε να χαμηλώσει την οροφή της Κεντρικής Αίθουσας Υποδοχής και να μειώσει το ύψος των παραθύρων της. Παρ' όλ' αυτά, ο ίδιος ο πύργος αποδείχτηκε μια ευκαιρία για τον Μπάρρυ να βελτιώσει την εξωτερική εμφάνιση των Ανακτόρων, και επέλεξε τη μορφή οβελού στέψης για να ισορροπήσει την οπτική εντύπωση που προκαλούσαν οι δύο πιο ογκώδεις πλευρικοί πύργοι. Τελικά, ο Κεντρικός Πύργος απέτυχε στην εκπλήρωση του αρχικού του σκοπού, αλλά ήταν "η πρώτη περίπτωση όπου μηχανικές λειτουργίες [ενός κτηρίου] επέδρασαν σημαντικά στο αρχιτεκτονικό του σχέδιο".

Επί της πρόσοψης, χαρακτηριστικές είναι οι πολλές τριγωνικές απολήξεις που υψώνονται κατά μήκος της πρόσοψης, οι οποίες ξεκινάνε από τα σημεία ανάμεσα στα παράθυρα. Αλλά εκτός από αυτές, υπάρχουν και πολυάριθμοι πυργίσκοι που χαράσσουν το εξωτερικό περίγραμμα του κτηρίου, οι οποίοι, όπως ο Κεντρικός Πύργος, έχουν προστεθεί για πρακτικούς λόγους, και αποτελούν μεταμφιεσμένους αγωγούς εξαερισμού.

Υπάρχουν και κάποια άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία των ανακτόρων που είναι γνωστά ως πύργοι. Ο Πύργος του Αγ. Στεφάνου βρίσκεται στο μέσο της δυτικής πρόσοψης των Ανακτόρων, μεταξύ της Αίθουσας του Ουεστμίνστερ και της Παλαιάς Αυλής των Ανακτόρων, και περιλαμβάνει την είσοδο του Κοινοβουλίου για το κοινό, η οποία είναι γνωστή ως "Είσοδος του Αγ. Στεφάνου". Οι πυργοειδείς πτέρυγες στη βόρεια και νότια άκρη της πρόσοψης επί του ποταμού, ονομάζονται Πύργος του Προέδρου και Πύργος του Καγκελαρίου αντίστοιχα, από τα ονόματα που είχαν οι προεδρεύοντες στα δύο κοινοβουλευτικά σώματα όταν ανακατασκευάστηκαν τα Ανάκτορα: Πρόεδρος της Βουλής των Κοινοτήτων και Πρώτος Λόρδος Καγκελάριος. Στον Πύργο του Προέδρου βρίσκεται και ο Οίκος του Προέδρου, η επίσημη κατοικία του Προέδρου των Κοινοτήτων.

Ανοιχτοί χώροι

Υπάρχει ένας αριθμός μικρών κήπων και χώρων πρασίνου (αγγλικά: green / γκρην) που περικυκλώνουν τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ. Οι Κήποι του Πύργου της Βικτωρίας είναι ανοιχτοί στο κοινό ως δημοτικό πάρκο κατά μήκος της όχθης του ποταμού νότια των ανακτόρων. Ο Κήπος Μπλακ Ροντ ή αλλιώς Κήπος της Μελανής Ράβδου, που βρίσκεται κοντά στους κοινόχρηστους χώρους και χρησιμοποιείται ως ιδιωτική είσοδος, πήρε το όνομά του από τον τίτλο του αρχικλητήρα της Βουλής των Λόρδων, που στ' αγγλικά ονομάζεται "Gentleman Usher of the Black Rod" δηλαδή "Ευγενής Κλητήρας της Μελανής Ράβδου". Το Παλαιό Προαύλιο των Ανακτόρων, μπροστά από τα Ανάκτορα, είναι πεζοδρομημένο και καλύπτεται από τσιμεντότουβλα (βλέπε τμήμα "Ασφάλεια" παρακάτω). Ομοίως, το Κρόμγουελ Γκρην (επίσης στο μπροστινό τμήμα, και από το 2006 περιορισμένο από πλαίσια για την κατασκευή μιας νέας πτέρυγας επισκεπτών), το Νέο Προαύλιο των Ανακτόρων (στη βόρεια πλευρά) και το Σπήκερς Γκρην (ακριβώς βόρεια των Ανακτόρων) αποτελούν όλα ιδιωτικούς χώρους, κλειστούς στο κοινό. Το Κόλλετζ Γκρην, απέναντι από το τμήμα της Βουλής των Λόρδων, είναι ένας μικρός, τριγωνικός χώρος πρασίνου που χρησιμοποιείται συχνά για τηλεοπτικές συνεντεύξεις και δηλώσεις πολιτικών.

Εσωτερικοί χώροι

Τα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ περιλαμβάνουν πάνω από 1.100 δωμάτια, 100 κλιμακοστάσια και διαδρόμους συνολικού μήκους 4.8 χλμ, τα οποία καταλαμβάνουν τέσσερις ορόφους. Στο ισόγειο υπάρχουν γραφεία, χώροι εστίασης και μπαρ, ενώ στον πρώτο όροφο (γνωστός ως ο κύριος όροφος), βρίσκοναι οι κυριότερες αίθουσες των Ανακτόρων, συμπεριλαμβανομένων των αιθουσών των δύο σωμάτων της Βουλής, χωλ και βιβλιοθηκών. Οι δύο άλλοι όροφοι στεγάζουν χώρους συνεδριάσεων και γραφεία.

Κάτοψη

Αντί να υπάρχει μια κεντρική είσοδος, τα Ανάκτορα διαθέτουν ξεχωριστές εισόδους για χρήση από μέλη διαφορετικών ομάδων που χρησιμοποιούν το κτήριο. Η Πύλη του Μονάρχη, στη βάση του Πύργου της Βικτωρίας, βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία του συμπλέγματος και αποτελεί το σημείο εκκίνησης της τελετουργικής διαδρομής που ακολουθεί ο μονάρχης πριν την Τελετή Έναρξης των Εργασιών του Κοινοβουλίου. Στη συνέχεια διέρχεται από μια σειρά δωματίων και χώρων, στα οποία περιλαμβάνονται το Βασιλικό Κλιμακοστάσιο, η Νορμανδική Βεράντα, η Βασιλική Ενδυματοθήκη, η Βασιλική Αίθουσα και η Αίθουσα του Πρίγκηπα, για να καταλήξει σε ειδικό χώρο της Αίθουσας της Βουλής των Λόρδων, όπου πραγματοποιείται η τελετή.

Οι Λόρδοι Βουλευτές χρησιμοποιούν την Είσοδο των Συναδέλφων στο μέσο της πρόσοψης του Παλαιού Προαυλίου, η οποία επισκιάζεται από ένα πέτρινο μπαλκόνι. Η είσοδος αυτή οδηγεί σ' ένα χώρο από τον οποίο μία σκάλα, και έπειτα ένας διάδρομος, οδηγούν στην Αίθουσα του Πρίγκηπα.

Οι Βουλευτές των Κοινοτήτων εισέρχονται στο κτήριο από την Είσοδο των Μελών στο νότιο τμήμα του Νέου Προαυλίου. Η δική τους διαδρομή περνάει μέσα από ένα βεστιάριο στο κατώτατο τμήμα των Σκητών και καταλήγει στο Χωλ των Μελών ακριβώς νότια από την Αίθουσα των Κοινοτήτων. Από το Νέο Προαύλιο των Ανακτόρων, υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης τόσο στην Αίθουσα του Προέδρου όσο και στον Οίκο του Προέδρου, ο οποίος βρίσκεται στη βορειοανατολική γωνία των Ανακτόρων.

Η Είσοδος του Αγίου Στεφάνου, σχεδόν στο μέσο της δυτικής πρόσοψης του κτηρίου, είναι η είσοδος για το κοινό. Από εκεί, οι επισκέπτες διέρχονται μέσα από μία σειρά διαδρόμους και χρησιμοποιούν κάποιες σκάλες για να φθάσουν στο επίπεδο του κυρίου ορόφου και στην οκτάγωνη Κεντρική Αίθουσα, το πιο κομβικό σημείο των Ανακτόρων. Από αυτή την αίθουσα ξεκινούν συμμετρικοί διάδρομοι διακοσμημένοι με τοιχογραφίες, οι οποίοι οδηγούν στις αίθουσες προετοιμασίας και διαβουλεύσεων των δύο Σωμάτων: στον Προθάλαμο των Μελών και την Αίθουσα των Κοινοτήτων στα βόρεια, και στον Προθάλαμο των Συναδέλφων και την Αίθουσα των Λόρδων στα νότια. Οι δύο πρώτες αίθουσες χρησιμοποιούνται από τα μέλη της Βουλής των Κοινοτήτων και οι άλλες δύο από τα μέλη της Βουλής των Λόρδων. Άλλος ένας διάδρομος με τοιχογραφίες οδηγεί ανατολικά στην Κάτω Αίθουσα Αναμονής και στη σκάλα για το δεύτερο όροφο, όπου πίσω από την πρόσοψη επί του ποταμού, υπάρχει μια σειρά από 16 αίθουσες συνεδριάσεων. Ακριβώς από κάτω, οι βιβλιοθήκες των δύο Σωμάτων στον κύριο όροφο βλέπουν στον Τάμεση.

Η Πύλη του Μονάρχη

Η πιο μεγαλοπρεπής είσοδος στα Ανάκτορα του Ουεστμίνστερ είναι η Πύλη του Μονάρχη στη βάση του Πύργου της Βικτωρίας. Σχεδιάστηκε για την αποκλειστική χρήση του μονάρχη, ο οποίος διανύει τη διαδρομή από τα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ μέχρι εκεί κάθε χρόνο με άμαξα, για να λάβει μέρος στην Τελετή Έναρξης των Εργασιών του Κοινοβουλίου. Το Αυτοκρατορικό Στέμμα, το οποίο φορείται από το μονάρχη για την περίσταση, όπως και το Καπέλο της Διατήρησης και το Σπαθί του Κράτους, τα οποία φέρονται μπροστά από το μονάρχη όπως αυτός προχωρά προς τα εμπρός στη διάρκεια της τελετής, μεταφέρονται επίσης στα Ανάκτορα με άμαξα, συνοδευόμενα από μέλη της Βασιλικής Οικογένειας. Τα βασιλικά εμβλήματα, όπως είναι γνωστά, φθάνουν κάποια ώρα νωρίτερα από το μονάρχη και εκτίθενται στη Βασιλική Αίθουσα μέχρι την ώρα που θα χρησιμοποιηθούν. Η Πύλη του Μονάρχη είναι επιπλέον και η επίσημη είσοδος που χρησιμοποιείται από σημαίνοντα πολιτικά πρόσωπα που επισκέπτονται τα Ανάκτορα όπως και το σημείο εκκίνησης των ξεναγήσεων των Ανακτόρων για το κοινό.

Το Βασιλικό Κλιμακοστάσιο και η Νορμανδική Βεράντα

Από την Πύλη του Μονάρχη, το Βασιλικό Κλιμακοστάσιο οδηγεί στον κύριο όροφο. Πρόκειται για μια σκάλα από γκρίζο γρανίτη που αποτελείται από 26 σκαλοπάτια. Σε ορισμένες περιστάσεις εθιμοτυπικού χρακτήρα, κατά μήκος της σκάλας παρατάσσονται φρουροί με σπαθιά, που ανήκουν στα δύο συντάγματα του Ιππικού της Βασιλικής Οικογένειας: τους Σωματοφύλακες και τους Κυανούς και Βασιλικούς. Πρόκειται για τους μόνους φρουρούς που επιτρέπεται να φέρουν όπλα στο εσωτερικό των Ανακτόρων του Ουεστμίνστερ, τα οποία επισήμως παραμένουν βασιλική κατοικία.

Η σκάλα οδηγεί στη Νορμανδική Βεράντα, ένα χώρο με τετράγωνο δάπεδο που ξεχωρίζει από τον κεντρικό περίτεχνο πυλώνα του και την πολυπλοκότητα της οροφής που υποστηρίζει ο πυλώνας αυτός. Η οροφή αποτελείται από τέσσερις θόλους που χωρίζονται από ισάριθμα τόξα που τέμνονται στο κέντρο. Εδώ συνδυάζεται η τεχνική Λιερν της γοτθικής αρχιτεκτονικής (όπου σχηματίζεται ένα άστρο από τα τεμνόμενα τόξα) με σκαλιστές προεξοχές στην πέτρα στο σημείο τομής των τόξων, που ονομάζονται Μπος. Η Βεράντα ονομάστηκε έτσι από το θέμα της διακόσμησης που είχα αρχικά προταθεί, το οποίο αντλήθηκε από την ιστορία της Βρετανίας κατά τη Νορμανδική κυριαρχία. Τελικά, όμως, ούτε δεκαέξι αγάλματα Νορμανδών Βασιλέων ούτε σχετικές τοιχογραφίες διακόσμησαν το χώρο, όπως προβλεπόταν, και μόνο το ζωγραφιστό γυαλί που απεικονίζει το Γουλιέλμο τον Κατακτητή υποννοεί αυτό το θέμα. Η Βασίλισσα Βικτωρία απεικονίζεται δύο φορές στην αίθουσα: μία ως νεαρή γυναίκα στο γυαλί του άλλου παραθύρου της Βεράντας, και μία σε μεγάλη ηλικία, κοντά στο τέλος της ζωής της, καθισμένη στο θρόνο της Βουλής των Λόρδων, σ' ένα αντίγραφο ενός πίνακα του Ζαν-Τζόζεφ Μπέντζαμιν-Κόνσταντ που χρονολογείται από το 1900 και είναι κρεμασμένος στον ανατολικό τοίχο. Οι δεκαέξι βάσεις γλυπτών που προορίζονταν για τ' αγάλματα τώρα στηρίζουν τις προτομές πρωθυπουργών που είχαν προεδρεύσει στη Βουλή των Λόρδων, όπως του Τσαρλς Γκρέι και του Ρόμπερτ Σέσιλ, Μαρκήσιου του Σάλισμπερυ. Μία δίφυλλη πόρτα απέναντι από την κορυφή της σκάλας οδηγεί στο Βασιλική Αίθουσα και άλλη μία στα δεξιά οδηγεί στην Ενδυματοθήκη.

Η Ενδυματοθήκη της Βασίλισσας

Η Ενδυματοθήκη της Βασίλισσας βρίσκεται στο νότιο άκρο του νοητού άξονα με τις αίθουσες για τελετουργικούς σκοπούς στα Ανάκτορα. Καταλαμβάνει το κέντρο της νότιας πρόσοψης του κτηρίου και έχει θέα στους Κήπους του Πύργου της Βικτωρίας. Όπως φανερώνει και το όνομά της, η Βασιλική Ενδυματοθήκη είναι ο χώρος όπου ο εκάστοτε Αρχηγός του Κράτους προετοιμάζεται για την Τελετή Έναρξης των Εργασιών του Κοινοβουλίου φορώντας επίσημες ενδυμασίες και το Αυτοκρατορικό Στέμμα. Το επίκεντρο αυτής της πλούσια διακοσμημένης αίθουσας είναι ο Θρόνος του Κράτους που προορίζεται για το μονάρχη. Βρίσκεται σ' ένα βάθρο με τρία σκαλοπάτια, κάτω από ένα υφασμάτινο κάλυμμα σκιάς στολισμένο με τους θυρεούς και τα άνθινα εμβλήματα της Αγγλίας, της Σκωτίας και της Ιρλανδίας. Ακριβώς πίσω από το θρόνο και κρεμασμένο στον τοίχο, υπάρχει μέσα σε χρυσό πλαίσιο ένα ορθογώνιο κομμάτι μωβ βελούδου όπου είναι κεντημένο το βασιλικό οικόσημο από τη Βασιλική Σχολή Ραπτικής, περικυκλωμένο από άστρα και το μονόγραμμα VR. O Έντουαρντ Μπάρρυ σχεδίασε τόσο το θρόνο - το μαξιλαράκι και η πλάτη του οποίου είναι επίσης κεντημένα - όσο και το σκαλιστό μαρμάρινο τζάκι στην άλλη πλευρά της αίθουσας, όπου υπάρχουν χρυσά αγαλματίδια του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Μιχαήλ.

Το θέμα διακόσμησης της αίθουσας είναι ο θρύλος του Βασιλιά Αρθούρου, ο οποίος βασιλιάς θεωρείται από πολλούς Βικτωριανούς ο γενάρχης τους. Πέντε τοιχογραφίες που ζωγραφίστηκαν από τον Ουίλλιαμ Ντάις μεταξύ του 1848 και του 1864 καλύπτουν τους τοίχους και απεικονίζουν αλληγορικές σκηνές από το μύθο. Κάθε σκηνή έχεις ως θέμα και από μία αρετή του ιπποτισμού: η μεγαλύτερη, ανάμεσα στις δύο πόρτες, έχει τίλο "Υποδοχή του Σερ Τρίστμαν στη Στρογγυλή Τράπεζα" και συμβολίζει την αρετή της Φιλοξενίας. Αρχικά σχεδιαζόταν η αναπαράσταση επτά σκηνών αλλά οι δύο τελευταίες τοιχογραφίες δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω του θανάτου του καλλιτέχνη. Απεικονίζονται (σύμφωνα με τη φορά των δεικτών του ρολογιού) οι αρετές της Ευγένιας, της Θρησκευτικότητας, της Γεναιοδωρίας, της Φιλοξενίας και της Ελεημοσύνης. Οι δύο τοιχογραφίες που λείπουν θα αναπαριστούσαν τις αρε?

Δημοσίευση ένα σχόλιο
Συμβουλές & συμβουλές
Κανονίζεται από:
George X
8 November 2015
Amazing architecture & of course the famous Big Ben.Visit Westminster Palace inside,even if tickets are expensive.You will wander around parliament's halls/see the place where all decisions are taken.
David
6 July 2015
One of the top must place to visit when in London. Tour of the Parliament must be booked in advance via internet. Verry interesting and comprehensive visit. Architecture of the building is amazing.
Josh Wood Productions
12 January 2013
Fantastic architectural masterpiece! You must visit this place! The Palace of Westminster commonly known as the Houses of Parliament housing the House of Commons and the House of Lords.
Filmsquare
14 July 2013
Following James Bond's escapades at the Golden Dragon Casino, Macau in Skyfall (2012) we are transported to Gareth Mallory's office via a wide shot focusing on the Palace of Westminster at night.
Filmsquare
14 June 2013
Popular with the Bond franchise, the Palace of Westminster was first seen in an establishing shot in Goldfinger (1964) just after Jill Masterson was painted gold and 007 is meeting with M.
Filmsquare
25 May 2013
The Palace of Westminster is seen in the background of a scene in For Your Eyes Only (1981). Shortly afterwards James Bond's helicopter pilot is killed and he has to battle to regain control.

Ξενοδοχεία στη γύρω

Δείτε όλα τα ξενοδοχεία Δείτε όλα
Spectacular Strand 2 bed apartment!!

ξεκινώντας $0

Amba Hotel Charing Cross

ξεκινώντας $645

1 Compton

ξεκινώντας $0

Clarendon Serviced Apartments - Chandos Place

ξεκινώντας $0

The Grand at Trafalgar Square

ξεκινώντας $418

Amba Hotel Charing Cross

ξεκινώντας $0

Συνιστώμενη αξιοθέατα σε κοντινή απόσταση

Δείτε όλα Δείτε όλα
Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Βουλή των Κοινοτήτων του Ηνωμένου Βασιλείου

H Βουλή των Κοινοτήτων (αγγλικά: House of Commons) είναι η Κάτω Βο

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Πύργος Βικτώρια (Ουεστμίνστερ)

Ο πύργος Βικτώρια (αγγλικά: Victoria Tower) είναι μεγάλο κτήριο τ

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Jewel Tower

The Jewel Tower in London is one of only two surviving sections of the

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
St. Margaret's, Westminster

The Anglican church of St. Margaret, Westminster Abbey is situated in

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Μπιγκ Μπεν

Μπιγκ Μπεν είναι το ψευδώνυμο για τη μεγάλη καμπάνα και το ρολόι σ

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Αββαείο του Ουέστμινστερ

Το Αββαείο του Ουέστμινστερ (αγγλ. Westminster Abbey, εκ του Ο

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Parliament Square

Parliament Square is a square at the northwest end of the Palace of

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
The Burghers of Calais

Les Bourgeois de Calais is one of the most famous sculptures by

Παρόμοια τουριστικά αξιοθέατα

Δείτε όλα Δείτε όλα
Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Παλάτι Νίμφενμπουργκ

Το παλάτι Νίμφενμπουργκ (γερμανικά: Schloss Nymphenburg), 'Κάστρο

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Εσκοριάλ

To Βασιλικό Μοναστήρι του Σαν Λορένθο του Ελ Εσκοριάλ (ισπανικά: Mo

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Royal Pavilion

The Royal Pavilion is a former royal residence located in Brighton,

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Απαγορευμένη Πόλη

Η Απαγορευμένη Πόλη στο Πεκίνο ήταν κινεζικό αυτοκρατορικό παλάτι

Πρόσθεσε στην λίστα επιθυμιών
Έχω πάει εδώ
Επισκέφτηκε
Βερσαλλίες (παλάτι)

Οι Βερσαλλίες είναι βασιλικό ανάκτορο λίγα χιλιόμετρα έξω από το Παρίσ

Δείτε όλες τις παρόμοιες θέσεις